Γράφει η: Αλεξάνδρα Ν. Οικονόµου
Δερµατολόγος – Αφροδισιολόγος
Τι είναι έκζεµα ή ατοπική δερµατίτιδα;
Η ατοπική δερµατίτιδα είναι µια χρόνια, φλεγµονώδης κατάσταση του δέρµατος µε υφέσεις και εξάρσεις. Στα παιδιά µε ατοπική δερµατίτιδα ο φραγµός του δέρµατος δυσλειτουργεί, πράγµα που προκαλεί δέρµα ξηρό, µε φολίδες και κνησµό. Κάποια από τα παιδιά αυτά έχουν και σχετιζόµενες περιβαλλοντικές και τροφικές αλλεργίες. Από όλα τα παιδιά µε ατοπική δερµατίτιδα, 65% δείχνουν σηµάδια κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής και 90% κατά τα πρώτα 5 χρόνια της ζωής τους. Τα µισά από τα παιδιά µε το νόσηµα βελτιώνονται ανάµεσα στις ηλικίες 5 και 15 χρονών. Οι γονείς µε ατοπική δερµατίτιδα είναι πιο πιθανό να έχουν παιδιά µε ατοπική δερµατίτιδα.
Πόσο συχνή πάθηση είναι;
Πολύ συχνή. Τουλάχιστον 15 µε 20% των παιδιών εµφανίζουν ατοπική δερµατίτιδα κάποια στιγµή κατά την παιδική ηλικία, συνηθέστερα από τον πρώτο χρόνο της ζωής. Η συχνότητα τα τελευταία χρόνια είναι ολοένα αυξανόµενη στον πληθυσµό.
Όπως όλα τα αλλεργικά νοσήµατα, χαρακτηρίζεται συχνά από κληρονοµική προδιάθεση.
Είναι πολύ συχνό νόσηµα στα παιδιά, προσβάλλοντας τουλάχιστον το 10% των βρεφών. Εµφανίζεται και στα δύο φύλα και συνήθως ξεκινά στις πρώτες εβδοµάδες ή στους πρώτους µήνες της ζωής. Συχνά αναφέρεται και µε τον όρο έκζεµα, που χρησιµοποιείται για να περιγράψει τις χαρακτηριστικές βλάβες στην ανώτερη στιβάδα του δέρµατος όπως ερυθρότητα, ξηρότητα και απολέπιση, αλλά και την παρουσία έντονου κνησµού. Στα βρέφη η κύρια εντόπιση είναι στις παρειές και στο τριχωτό της κεφαλής, όπου εµφανίζεται ως έντονη σµηγµατορροϊκή δερµατίτιδα (νινίδα). Σε πιο βαριές περιπτώσεις, σχηµατίζονται φυσαλίδες και εφελκίδες που µπορεί να ορορρούν. Αν οι βλάβες επιµολυνθούν από κάποιο µικρόβιο, η κλινική εικόνα επιδεινώνεται περαιτέρω και η αντιµετώπιση είναι δυσκολότερη.
Στην παιδική ηλικία, η εντόπιση του εκζέµατος αφορά κυρίως στις καµπτικές επιφάνειες των άκρων (το εσωτερικό του αγκώνα και πίσω από τα γόνατα), στους καρπούς, στον τράχηλο και στα βλέφαρα, ενώ οι βλάβες που επικρατούν είναι κυρίως ερυθρότητα, ξηρότητα, απολέπιση και µελάγχρωση, που προκαλείται από τον έντονο κνησµό.
Παράγοντες που µπορούν να επιδεινώσουν το έκζεµα περιλαµβάνουν:
Περιβαλλοντικούς παράγοντες, συµπεριλαµβανοµένων της ζέστης, αλλεργιογόνων (σκόνη, γύρεις, µύκητες) και επαφής µε ερεθιστικές ουσίες, όπως αυτές που περιέχονται σε σαπούνια, καθαριστικά και σε συνθετικά ή µάλλινα ρούχα.
Απλές ιογενείς λοιµώξεις, όπως το κοινό κρυολόγηµα, µπορεί να οδηγήσουν σε έξαρση της ατοπικής δερµατίτιδας.
Πιο σοβαρές λοιµώξεις από βακτήρια ή από ιούς µπορεί να επιβαρύνουν το νόσηµα. Βακτηριακές λοιµώξεις (κυρίως από σταφυλόκοκκο) µπορεί να επιµολύνουν τις εκζεµατικές βλάβες, δίνοντας στο δέρµα µια εικόνα έντονης φλεγµονής µε κιτρινωπή χροιά και πυορρούσες βλάβες. Στην περίπτωση αυτή, η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής είναι επιβεβληµένη. Μια σοβαρή ιογενής επιλοίµωξη του εκζέµατος µπορεί να προκληθεί από τον ιο του απλού έρπητα, προκαλώντας εκτεταµένες και επώδυνες βλάβες στο δέρµα που µπορούν να αντιµετωπιστούν µόνο µε ειδική αντιική αγωγή.
Ξηρότητα του δέρµατος από ανεπαρκή περιποίηση.
Ψυχολογικό stress.
Η διάγνωση γίνεται βάση της κλινικής εικόνας και του ιατρικού ιστορικού και συνήθως δεν χρειάζεται εργαστηριακός έλεγχος. Αν κριθεί απαραίτητο µπορεί να γίνουν οι παρακάτω εξετάσεις:
1. Εξέταση αίµατος: ο αριθµός των ηωσινοφίλων συνήθως είναι αυξηµένος
2. Δερµατικές δοκιµασίες δια νυγµού (Skin Prick Tests, SPTs) και µέτρηση ολικής και ειδικής IgE στον ορό του αίµατος
3. Καλλιέργειες δερµατικών βλαβών: γίνεται έλεγχος για αποικισµό από σταφυλόκοκκο, κυρίως σε ασθενείς µε βαριά ατοπική δερµατίτιδα και σε επιµολυσµένες βλάβες.
Δεν υπάρχει ριζική θεραπεία για την ατοπική δερµατίτιδα, αλλά υπάρχουν πολλοί τρόποι ελέγχου αυτής. Η αντιµετώπιση του εκζέµατος στηρίζεται στην καλή ενυδάτωση της επιδερµίδας και στην εφαρµογή τοπικά φαρµακευτικών σκευασµάτων (κορτικοστεροειδή και αναστολείς υποδοχέων καλσινευρίνης) για την αντιµετώπιση της φλεγµονής όταν αυτή είναι σε έξαρση. Πολύ µεγάλη σηµασία έχουν και γενικά µέτρα πρόληψης των εξάρσεων της ατοπικής δερµατίτιδας, όπως µπάνιο σε θερµοκρασία σώµατος, µε προσθήκη υδρόφιλου λαδιού και χρήση υποαλλεργικού σαπουνιού, καθηµερινή ενυδάτωση δέρµατος µε υποαλλεργικό γαλάκτωµα ή κρέµα, χρήση βαµβακερών υφασµάτων, αποφυγή χηµικών απορρυπαντικών και τροφών µε συντηρητικά και χρωστικές. Επίσης, επί σύγχρονης παρουσίας τροφικής αλλεργίας που µπορεί να σχετίζεται µε την έξαρση του εκζέµατος δίνονται κατάλληλες διατροφικές οδηγίες, ενώ επί παρουσίας ευαισθητοποιήσεων σε αεροαλλεργιογόνα, λαµβάνονται µέτρα ανάλογα µε τη φύση των ευαιασθητοποιήσεων αυτών.
Η εξέλιξη της ατοπικής δερµατίτιδας ποικίλει. Συνήθως είναι τόσο πιο σοβαρή και επίµονη όσο πιο νωρίς εκδηλώνεται στη ζωή. Τα περισσότερα παιδιά µε ατοπικό έκζεµα βελτιώνονται καθώς µεγαλώνουν (75% χωρίς βλάβες στην εφηβεία τους). Ωστόσο, πολλά παιδιά από αυτά που είχαν έκζεµα συνεχίζουν να έχουν ξηρό δέρµα και χρειάζεται να αποφεύγουν ερεθιστικά καθαριστικά, όπως σαπούνια και κοινά αφρόλουτρα. Λόγω του αλλεργικού υποκείµενου υποστρώµατος, το 60% των παιδιών µε ατοπική δερµατίτιδα θα παρουσιάσουν και εκδηλώσεις από το αναπνευστικό (αλλεργική ρινίτιδα, άσθµα). Δυσµενή προγνωστικά σηµεία που υποδηλώνουν µελλοντική επιµονή της νόσου, είναι η εµφάνιση σοβαρής µορφής εκζέµατος νωρίς στη ζωή, καθώς και συνυπάρχουσες τροφικές ή/και αναπνευστικές αλλεργίες (αλλεργική ρινίτιδα ή αλλεργικό άσθµα).
Η πορεία της ατοπικής δερµατίτιδας είναι δύσκολη και πολυετής, µε εξάρσεις και υφέσεις. Κατά τους καλοκαιρινούς µήνες µε την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας υπάρχει υποχώρηση της βαρύτητας, ενώ το χειµώνα έξαρση. Η σχολαστική και καθηµερινή φροντίδα του δέρµατος βάση των προαναφερθέντων µέτρων είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για τη διατήρηση του εκζέµατος σε ύφεση.