«Ο κόσμος περιμένει από τον ΣΥΡΙΖΑ προτάσεις, όχι τυφλές καταγγελίες», τόνισε ο Βασίλης Γιόγιακας κατά την ομιλία του στη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας κατά της Κυβέρνησης. Ο βουλευτής Θεσπρωτίας αναφέρθηκε στα «αυθαίρετα» και «παραπλανητικά» συμπεράσματα για την πανδημία και την ακρίβεια που επαναλαμβάνονται στο κείμενο της πρότασης δυσπιστίας.
Τόνισε επίσης ότι η Κυβέρνηση αναγνώρισε λάθη και αστοχίες στη διαχείριση της κακοκαιρίας και ζήτησε συγγνώμη που τους πολίτες που ταλαιπωρήθηκαν, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που «ξεχνάει το πώς διαχειρίστηκε ως Κυβέρνηση τις πυρκαγιές στην Ανατολική Αττική, τις πλημμύρες στη Μάνδρα και στην Μαγούλα». «Φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ποντάρει στη λήθη. Ποντάρει στην τακτική του ώριμου φρούτου. Και βολεύεται σε ένα παιχνίδι τυφλής καταγγελίας. Όμως το 2022 δεν είναι 2012. Γιατί από τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ζυγισθεί και έχει μετρηθεί. Και βρέθηκε ελλιπής. Αυτό έχει κριθεί από την ελληνική κοινωνία το 2019.», ανέφερε στο κλείσιμο της ομιλίας του ο κ. Γιόγιακας, το πλήρες κείμενο της οποίας ακολουθεί:
Κυρίες και κύριοι υπουργοί,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Αρκετοί πολίτες θα περίμεναν από την αντιπολίτευση, μετά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, να είχε προκαλέσει μια άλλη πολιτική συζήτηση.
Στο επίκεντρο της οποίας θα ήταν το πώς μπορεί βελτιωθεί το σύστημα πολιτικής προστασίας στη χώρα μας.
Πώς θα υπάρξει καλύτερος συντονισμός μεταξύ κεντρικής διοίκησης, περιφερειών, δήμων και ιδιωτών.
Ίσως ακόμα και για το πώς θα έπρεπε να αποσαφηνιστούν και να αποκεντρωθούν αρμοδιότητες, γιατί αυτός είναι ένας από τους σκοπούς του επιτελικού κράτους, που τόσο χλευάζουν όσοι δεν γνωρίζουν….
Αντί λοιπόν μιας τέτοιας συζήτησης που θα ήταν χρήσιμη για όλους, η αξιωματική αντιπολίτευση αναζήτησε άλλη μια σημαία ευκαιρίας στην επικαιρότητα.
Ανήμπορη να δημιουργήσει δική της ατζέντα, γραπώνεται κάθε φορά από τυχαία γεγονότα.
Όχι για να πει τι προτείνει ή τι θα έκανε, αλλά μόνο για να καταγγείλει.
Κάτι που ίσως ικανοποιεί τον πυρήνα του ακροατηρίου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά σίγουρα όχι τους πολίτες που ζητούν πολλά περισσότερα από ένα κόμμα που φιλοδοξεί να ξανακυβερνήσει…
Θα είχε ενδιαφέρον να διαβάσουν οι πολίτες το κείμενο της πρότασης δυσπιστίας.
Σε αυτό, πρώτα απ’ όλα, επαναλαμβάνονται τα ίδια αυθαίρετα και παραπλανητικά συμπεράσματα για την πανδημία και την ακρίβεια.
Εγκαλείται η Κυβέρνηση ότι δεν ενίσχυσε το ΕΣΥ.
Όταν σε δυόμιση χρόνια έχουν προσληφθεί 14.000 γιατροί, νοσηλευτές και λοιπό προσωπικό.
Όταν δημιουργήθηκαν πάνω από 700 νέα κρεβάτια ΜΕΘ, έναντι 130 κλινών που έγιναν στο διπλάσιο και βάλε διάστημα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Όταν λειτουργεί ένα υποδειγματικό πρόγραμμα μαζικού εμβολιασμού, που απέσπασε τα κολακευτικά σχόλια των ευρωπαίων εταίρων μας.
Με αποτέλεσμα σήμερα να είναι εμβολιασμένο το 70% του γενικού πληθυσμού και το 85% των ενηλίκων.
Όταν είμαστε η πρώτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε διαγνωστικά τεστ από τον ΕΟΔΥ και τις δημόσιες δομές του ΕΣΥ.
Ασφαλώς κάθε απώλεια ανθρώπινης ζωής μετράει, και είναι πλήγμα.
Γνωρίζουμε πια ότι το συντριπτικό ποσοστό των θανάτων αφορά ηλικιωμένους με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα.
Ότι 7 στους 10 θανάτους προέρχονται από μη εμβολιασμένους άνω των 60.
Σκόπιμα και παραπλανητικά αποσιωπώνται επίσης άλλοι παράγοντες που αυξάνουν τη θνησιμότητα στη χώρα μας, όπως η γήρανση του πληθυσμού, ο συμβίωση ηλικιωμένων με νεότερους, οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις.
Αυτά, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ψιλά γράμματα στην κριτική της αντιπολίτευσης για την πανδημία.
Όπως είναι ψιλά γράμματα ότι ο ίδιος ΣΥΡΙΖΑ έχει, με δημόσιες δηλώσεις στελεχών του και του Προέδρου του, έχει αμφισβητήσει το εμβολιαστικό εγχείρημα και έχει υποθάλψει τις αντιεμβολιαστικές απόψεις…
Ακόμα πιο ανεύθυνα και επιπόλαια είναι όσα γράφονται στην πρόταση δυσπιστίας για την ακρίβεια.
Αμφισβητείτε, κύριες και κύριοι συνάδελφοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι οι ανατιμήσεις είναι ένα διεθνές φαινόμενο;
Είναι δυνατόν – αυτό που λένε όλοι οι ειδικοί και καταλαβαίνει ακόμη και ο πολίτης που δεν έχει ειδικές γνώσεις – να το χαρακτηρίζετε «επικοινωνιακό σύνθημα»;
Πώς μπορούμε να συζητήσουμε σοβαρά, τέτοιες απόψεις;
Αυτό που δεν αμφισβητείται, είναι τα μέτρα ύψους 1,35 δισεκατομμυρίων ευρώ που πήρε η Κυβέρνηση τους τελευταίους 4 μήνες του 2021 – στα οποία προστέθηκαν άλλα 400 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2022 – για να ελαφρύνει τις επιπτώσεις αυτής της διεθνούς ενεργειακής κρίσης και των ανατιμήσεων που έχει φέρει.
Και θα συνεχίσει να στηρίζει επιχειρήσεις και νοικοκυριά, για όσο χρειαστεί!
Για το θέμα της κακοκαιρίας και της αντίδρασης του κρατικού μηχανισμού, είπαμε και στην αρχή, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, ότι ο κόσμος περιμένει από εσάς προτάσεις, όχι καταγγελίες.
Η Κυβέρνηση αναγνώρισε λάθη και αστοχίες και αποδέχτηκε τις ευθύνες που της αναλογούν.
Ζήτησε συγγνώμη που τους πολίτες που ταλαιπωρήθηκαν.
Έδειξε τη βούληση να μάθει για να γίνει καλύτερη.
Είναι ωστόσο κρίμα που, στην κριτική του για την πολιτική προστασία, ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει πώς ξεχνάει.
Ξεχνάει ότι στις φυσικές καταστροφές βγαίνουν στη επιφάνεια χρόνια προβλήματα και δομικές αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης.
Ξεχνάει το πώς διαχειρίστηκε ως Κυβέρνηση τις πυρκαγιές στην Ανατολική Αττική, τις πλημμύρες στη Μάνδρα – δύο φορές – και στην Μαγούλα.
Ότι στο Μάτι υποβάθμισε αρχικά την έκταση και το ανθρώπινο κόστος της καταστροφής.
Ότι δεν παραιτήθηκε κανείς υπουργός.
Ότι κυβερνητικά στελέχη κρύβονταν επί μέρες.
Όμως, δυστυχώς για τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτά που θέλει να ξεχάσει, τα θυμούνται οι πολίτες…
Κλείνοντας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν μπορώ παρά να σχολιάσω ορισμένες φράσεις στην πρόταση δυσπιστίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης:
«καθεστωτισμός του Πρωθυπουργού και των υπουργών του», «διακυβέρνηση άνευ ορίων και όρων», «διακυβέρνηση ανεπαρκών και ιδιοτελών αποφάσεων που δεν αντιστοιχούν στις ανάγκες της κοινωνίας.».
Και αναρωτήθηκα, όπως φαντάζομαι πολλοί άλλοι:
Πώς μπορούν μιλούν για «καθεστωτισμό» και για «διακυβέρνηση άνευ ορίων» αυτοί που επιχείρησαν να ελέγξουν τα τηλεοπτικά Μέσα, με αντισυνταγματικούς νόμους και με φίλους επιχειρηματίες ως υποψήφιους καναλάρχες;
Που προκάλεσαν την αντίδραση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για τις παρεμβάσεις τους στη λειτουργία της Δικαιοσύνης;
Και την αντίδραση των δημοσιογράφων της ΕΡΤ για τον έλεγχο της ενημέρωσης;
Που θα ήθελαν, αν ξανακυβερνούσαν, να «ελέγξουν τους αρμούς της εξουσίας»;
Πώς μπορούν να κατηγορούν την Κυβέρνηση για «αποφάσεις που δεν αντιστοιχούν στις ανάγκες της κοινωνίας», αυτοί που έβαλαν 29 νέους φόρους και εισφορές, πετσόκοψαν τις συντάξεις, έφεραν τα capital control;
Αυτοί που με τις επιλογές τους έκαναν κατά 15 δισεκατομμύρια φτωχότερους τους μικρομετόχους των τραπεζών και αύξησαν τα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων κατά τουλάχιστον 50 δισεκατομμύρια ευρώ;
Με τέτοιο πρόσφατο παρελθόν, πώς αλήθεια, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γίνεται κανείς να μιλά με αυτούς τους χαρακτηρισμούς;
Φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ποντάρει στη λήθη.
Ποντάρει στην τακτική του ώριμου φρούτου.
Και βολεύεται σε ένα παιχνίδι τυφλής καταγγελίας.
Όμως το 2022 δεν είναι 2012.
Γιατί από τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ζυγισθεί και έχει μετρηθεί.
Και βρέθηκε ελλιπής.
Αυτό έχει κριθεί από την ελληνική κοινωνία το 2019.
Και η κρίση αυτή θα επιβεβαιωθεί αύριο, από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους της!