«Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων, οι δίκαιοι που θεωρούν τους εαυτούς τους αμαρτωλούς και οι αμαρτωλοί που θεωρούν τους εαυτούς τους δίκαιους» (Πασκάλ).
Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης είναι σε πραγματικά δημοκρατικά πολιτεύματα απαραίτητη προϋπόθεση (εκ των ων ουκ άνευ). Κατά πρώτο λόγο είναι ανεξάρτητη έναντι της εκτελεστικής εξουσίας . Επιπλέον οι δικαστές έχουν το δικαίωμα να μην εφαρμόζουν αντισυνταγματικούς νόμους. Ο Αριστοτέλης θεωρούσε τη δικαιοσύνη ως γενική και πλήρη αρετή. Γι’ αυτό την είχε αναγάγει ως την τελειότερη από όλες τις αρετές. Φυσικά, τη μεγαλύτερη ευθύνη για την τήρηση των νόμων και τη στήριξη της δικαιοσύνης, εκτός από τους δικαστές, την έχουν οι εκάστοτε κυβερνώντες και οι βουλευτές. Συμβαίνει αυτό στη χώρα μας; Θα έλεγα όχι σε περιπτώσεις και μάλιστα κραυγαλέες. Και εξηγούμαι:
Η φράση: «η δικαιοσύνη να ακούει» ειπώθηκε από τον τέως πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, όταν μίλησε στην αίθουσα Γερουσίας της Βουλής το πρωί της Παρασκευής, 1/11/ 2024, στο πλαίσιο της εκδήλωσης «Ενδυναμώνοντας τη Δημοκρατία» με αφορμή την επέτειο των 50 χρόνων από την επανεπικύρωση της Σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ). Ο τέως Πρωθυπουργός, έκανε αναφορά για τις υποκλοπές και για το δυστύχημα των Τεμπών και υπονόησε ευθύνη της δικαστικής εξουσίας ως προς την διαλεύκανση των υποθέσεων. Στην αιχμή του κ. Τσίπρα εναντίον της δικαιοσύνης, αρχικά, αντέδρασε με την αποχώρησή της από την αίθουσα η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Γεωργία Αδειλίνη και λίγο αργότερα η Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα Χριστοδουλέα. Με αυτόν τον τρόπο έδειξαν τη δυσαρέσκειά τους οι δύο ανώτατοι λειτουργοί της Δικαιοσύνης, αφού, σε αυτή την απαξίωση – αιχμή προς την δικαιοσύνη, δεν είχαν τη δυνατότητα να αντιμιλήσουν.
Ο κ. Τσίπρας μετά την αποχώρηση των δύο ανωτάτων λειτουργών της δικαιοσύνης είπε επί λέξει: «Επιβάλλεται η εκτελεστική και η δικαστική εξουσία που πρέπει να ακούει κιόλας, να κάθεται να ακούει, να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, για να μπορούμε να μιλάμε για εμβάθυνση του κράτους δικαίου και όχι για μία πάσχουσα δημοκρατία». Σε άλλο σημείο του λόγου τόνισε χαρακτηριστικά: «Αναφέρομαι, όπως όλοι θα καταλάβατε, στο μεγάλο σκάνδαλο των μαζικών παράνομων τηλεφωνικών παρακολουθήσεων. Κυρίως, όμως, αναφέρομαι στις αδιανόητες για μια ευρωπαϊκή χώρα, προσπάθειες παρακώλυσης των ερευνών της αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής και στην αδυναμία των δικαστικών αρχών να εντοπίσουν τους υπευθύνους και να αποδώσουν δικαιοσύνη». Δεν παρέλειψε βέβαια να αναφερθεί επικριτικά και για το δυστύχημα των Τεμπών. Όμως, όλοι γνωρίζουμε ότι για το δυστύχημα των Τεμπών βρίσκεται σε εξέλιξη η διερεύνηση από τη δικαιοσύνη.
Και τίθεται το ερώτημα με όσα είπε για την ανεξάρτητη δικαιοσύνη δεν αποτελεί μια προσπάθεια απαξίωσης ή επηρεασμού της; Άλλωστε, ο κ. Τσίπρας και μάλιστα, όταν κατείχε το ύπατο αξίωμα του πρωθυπουργού, προσπάθησε και τότε να επηρεάσει τη Δικαιοσύνη, όταν επρόκειτο το Ανώτατο Δικαστήριο, το Συμβούλιο της Επικρατείας, να εκδώσει την απόφαση για την αντισυνταγματικότητα ή μη του Νόμου για τις τηλεοπτικές άδειες. Είχε πει χαρακτηριστικά, τότε ότι δεν μπορεί το Συμβούλιο της Επικρατείας να εκδώσει διαφορετική απόφαση, δηλαδή αρνητική απόφαση για τον νόμο που είχε ήδη ψηφιστεί από την Βουλή. Αυτό, από ό,τι γνωρίζω αποτελεί το άκρον άωτον παρέμβασης προς την δικαιοσύνη. Φαίνεται ότι ο χαρακτηρισμός του αδίστακτου και του θρασύτατου, με λόγια και με έργα, που του έχει αποδοθεί κατά το παρελθόν, εξακολουθεί να τον ακολουθεί, χωρίς περίσκεψη χωρίς μεταμέλεια και χωρίς αιδώ.
Από μια άλλη σκοπιά, φαίνεται ότι δεν έχει συμφιλιωθεί με την απώλεια της εξουσίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Αναφέρω ενδεικτικά την στέρηση της προβολής του. Έτσι, εξηγείται το γεγονός ότι, για να είναι στην επικαιρότητα, ίδρυσε Ινστιτούτο. Βέβαια ο κ. Τσίπρας αναφέρει: «Εργαζόμαστε για την προώθηση της ειρήνης, την ενίσχυση της δικαιοσύνης και την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης. Έλα να διαμορφώσουμε μαζί, το κοινό μας μέλλον». Είναι να μελαγχολεί και να εξοργίζεται κανείς που διακηρύσσει ότι εργάζεται για ενίσχυση της δικαιοσύνης, αυτός που βαρύνεται με την προσπάθεια να την επηρεάσει, και μάλιστα από τη θέση του πρωθυπουργού. Επίσης, με τη σκευωρία της NOVARTIS, όπου έχοντας τον ρόλο του ενορχηστρωτή, όπως τόνισε και ο κ. Μαρινάκης, και δίνοντας βάση στην άποψη – πρόταση του κ. Πολάκη ότι αν δεν βάλουμε φυλακή κάποιους από τους αντιπάλους, δεν θα κερδίσουμε τις επόμενες εκλογές, έγραψε ένα νέο κεφάλαιο για τη δίκαιο. Το γεγονός ότι τώρα τελευταία αναγνώρισε το λάθος του δεν μπορεί από κανέναν να του δοθεί συχωροχάρτι.
Επίσης, στις μέρες μας ο τέως πρωθυπουργός δείχνει προφανώς διάθεση να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο,αν κρίνουμε από τη δήλωσή του ότι είναι παρών και ότι δεν έχει φύγει. Βλέποντας πού έχουν φτάσει τα τεκταινόμενα στον ΣΥΡΙΖΑ, φαντάζομαι ότι προσβλέπει να επανέλθει στην τροχιά του αρχηγού και να ενώσει όλες τις διασπάσεις και τις διάφορες τάσεις ή συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έχει «χωνέψει» ο κ. Τσίπρας ότι την «έχασε οριστικά την Αλεξάνδρεια». Ούτε έχει αντιληφθεί ότι χρειάζεται αυτοκριτική στον κατάλληλο χρόνο και ότι ο λαός δεν μπορεί να εξαπατάται εσαεί. Προφανώς δεν έκανε πράξη το απόφθεγμα του αμερικανού προέδρου Λίνκολ, που έλεγε ότι δεν μπορείς να εξαπατάς πολλούς για πολύ καιρό. Είναι φανερό ότι δεν έχει αποστασιοποιηθεί από τον λαϊκισμό, τη δημαγωγία, την εξαπάτηση και το αδίστακτο του χαρακτήρα του, που εξακολουθούν να είναι στενά συνδεδεμένα με την προσωπικότητά του. Επιτέλους, είναι καιρός να αντιληφθεί ότι δεν παίζουμε «εν ου παικτοίς» και ότι η ανεξάρτητη δικαιοσύνη είναι το τελευταίο αποκούμπι – στήριγμα για τον κάθε πολίτη.